αυτεμβόλιο

формы словаβ
αυτεμβόλιο
το мед. автовакцина



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово автовакцина? — αυτεμβόλιο
как с (ново)греческого переводится слово αυτεμβόλιο? — автовакцина


χρονολογούμαιεξουσιοδοτώχαμάδαανακάτεψηθαρρύνωαργυρίζωανέκτηςεμποροπανήγυρηγαστέραξεγνοιάζομαιγομάριαδιούρησηΑιγόκερωςνεκρολόγιοεπιδιόρθωμακορίτσαροςαβανιάρηςμικροβιοθεραπευτικήδιπλοφουρνιστόςρεφενίζονταςμαυραγορήτισσα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit