|
το мед. автовакцина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово автовакцина? — αυτεμβόλιο как с (ново)греческого переводится слово αυτεμβόλιο? — автовакцина — χρονολογούμαι — εξουσιοδοτώ — χαμάδα — ανακάτεψη — θαρρύνω — αργυρίζω — ανέκτης — εμποροπανήγυρη — γαστέρα — ξεγνοιάζομαι — γομάρια — διούρηση — Αιγόκερως — νεκρολόγιο — επιδιόρθωμα — κορίτσαρος — αβανιάρης — μικροβιοθεραπευτική — διπλοφουρνιστός — ρεφενίζοντας — μαυραγορήτισσα |
|||