Новогреческий словарь
λιποαιμία
λιποαιμία
η мед.
липемия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
липемия
? —
λιποαιμία
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιποαιμία
? — липемия
#
(ново)греческий словарь
—
πυκνοφυτευμένος
—
μικρομεγάλος
—
χαρτοπώλις
—
κατάπνιξη
—
βηματοδρομία
—
αυτοδηλητηριάζομαι
—
ο
—
μυδόσουπα
—
βαρύγνωμος
—
ιχθυοειδής
—
άκρατος
—
απρόσοδος
—
πολεμόχαρος
—
ανεμοσκόρπιστος
—
οχταετία
—
διάτρηση
—
χαμπέρι
—
παλινδρομικός
—
φυσιοδίφης
—
καρπούζι
—
τεμπελχανάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве