Новогреческий словарь
ταμιολογιστής
ταμιολογιστής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ταμιολογιστής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποστεγνώνω
—
ανεμοδαρμένος
—
αρώτηγος
—
κακόγνωμος
—
αγρεύσιμος
—
υστερολογία
—
αποσφάζω
—
καλοπροαίρετος
—
μενσεβικικός
—
ποδηλατικός
—
ασταχυολόγητος
—
διαιρετικό
—
κακουργιοδικείο
—
αναμενόμενος
—
δασύνω
—
κουκιά
—
χαμαιζηλία
—
ευεργέτημα
—
πλαστικό
—
επιμύθιο
—
ιγνυακός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве