|
сладко спать (тж. перен.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сладко спать? — γλυκοκοιμούμαι как с (ново)греческого переводится слово γλυκοκοιμούμαι? — сладко спать — κυνικός — μαία — μπουφές — διαβολεμένος — σένσι — γυαλίζομαι — χαλυβδωμένος — ελιξήριον — γεράνιος — υπερβατικός — κάκοσμος — λευκάκανθα — δανικός — καταφιλώ — συκοφαντικός — σκέτα — μπατσονόμος — συμφιλιωτής — εδεκεί — δυσκατέργαστος — υπερηκοΐα |
|||