|
η 1. необдуманный поступок; 2. наугад, наобум #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово необдуманный поступок? — κουτουράδα как на (ново)греческом будет слово наугад? — κουτουράδα как на (ново)греческом будет слово наобум? — κουτουράδα как с (ново)греческого переводится слово κουτουράδα? — необдуманный поступок, наугад, наобум — εξωμερίτικος — γιοματάρι — ομφάλιος — διευθετήσιμος — εωθινόν — δευτερολεπτοδείκτης — υπερβατός — ναός — καλοπέραση — γιακί — απομωραίνομαι — κασίδι — καράβι — ανέγερση — τρόπιδα — γυψοπλαστική — παιδογέννεση — ταχυμάθεια — αιφνιδιαστικός — λιθογνώμων — υπνογόνος |
|||