|
пионерский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пионерский? — πιονέρικος как с (ново)греческого переводится слово πιονέρικος? — пионерский — αναγκαιούντα — βαρελάκι — πρόθυμος — γυαλάδικο — μονάκριβος — φιλοπαίγμων — χρεωκοπικός — πράσο — κατάφορτος — τεκνοποίηση — φουρνοκόνταρο — παραμέσα — προσαυξάνω — στοιχειακός — αναδετός — λαϊκισμός — βήσσαλο — αξιόπρεπα — τυφλοπάννι — γιγαντούμαι — επάρτης |
|||