|
η баклан (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово баклан? — καλικατζού как с (ново)греческого переводится слово καλικατζού? — баклан — αποκρυπτογραφώ — παραγερνώ — ακήδευτος — κομψευόμενος — ασυμπαθής — πάτημα — αγώγι — διατέμνω — αλαλιάζω — συνοστεούμαι — σχιστός — χλωροφορμιούχος — βούτηγμα — γλωσσοκοπανίζω — Εσπερία — αναξιότητα — απαύγασμα — αλειμματοδοχείο — κρατικός — κεραμάρης — φιλοχρήματος |
|||