|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλαίσθητα? — — θεατρίζω — ξειδάτος — γηροκομία — σχολαρίκι — γρανίτσα — αΰφαντος — αργάτισσα — γλεντοκοπω — ηλέκτρινος — γραμματισμένος — ξεσκάλωμα — ρευματικός — αξελάκκιαστος — σπέρδουκλας — κόκκοτας — κακοφορεμένος — ψευδώνυμο — εξουδετερωτικός — λιμνάζω — ορθοδοξία — συστηματοποίηση |
|||