|
ο оппортунист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово оппортунист? — οππορτουνιστής как с (ново)греческого переводится слово οππορτουνιστής? — оппортунист — αφεντοπούλα — ομόφρων — μηνιγγιτικός — πηλός — μουζίκος — έλλειμμα — πωμάτισμα — κιγκλιδωτός — κλέφτρα — βιδολόγι — αχρησιμοποίητος — στρούγγα — αχρηστεύομαι — φτεροπετάω — κατάμεστος — πεδιάδα — ανασήκωμα — διαμφισβητώ — αποφολίδωση — εμφράττω — πρώτη |
|||