Новогреческий словарь
διακοσμητής
διακοσμητ|ής
ο
декоратор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
декоратор
? —
διακοσμητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακοσμητής
? — декоратор
#
(ново)греческий словарь
—
φοράδα
—
βρεχάμενος
—
ατμοηλεκτρικός
—
λιβανωτόν
—
μπήκα
—
έβγα
—
λουστράτος
—
ακόσμητος
—
διηγούμαι
—
ασβέστωμα
—
σπίνος
—
αφάνταστος
—
καπνοβιομηχανία
—
χεροπάνι
—
ανακολπώνω
—
ευχερώς
—
ερημιτικός
—
ανθοδόχη
—
γενεσιουργικός
—
διαβεβαιωτικός
—
κουδουνάω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве