|
капиллярный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово капиллярный? — τριχοειδής как с (ново)греческого переводится слово τριχοειδής? — капиллярный — ευχέτρια — περιλούζω — έστω — πονόδοντος — ναυλομεσίτης — δωρικός — μειράκιο — συχνότης — πείθω — δανεισμένος — συμβολαιογράφος — εντράπηκα — οχτώ — αντεπικουρία — νιτροκυτταρίνη — υφυπουργός — μπιστοσύνη — αποκοιμίζω — επιλεκτικός — καφεπότις — μονόπατος |
|||