Новогреческий словарь
βυσσινύς
βυσσινύς
вишнёвый
(о цвете)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вишнёвый
? —
βυσσινύς
как с
(ново)греческого
переводится слово
βυσσινύς
? — вишнёвый
#
(ново)греческий словарь
—
αντανακλαστικός
—
νεφελομετρία
—
γαστρεντερίτιδα
—
μεσίτις
—
μετοίκιον
—
εκνεύριση
—
κλωτσοπατινάδα
—
γυμνισμός
—
πλευριτικός
—
συχνότητα
—
παγετών
—
θυσιαστήριο
—
μουγγά
—
φεγγίτης
—
ξεκόλλητος
—
αλγοριθμικός
—
κοντοποδαρούσα
—
αρτιπαγής
—
λαμπιόνι
—
κουτσούλισμα
—
ονειρευτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве