|
η виноделие, производство вина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово виноделие? — οινοπαραγωγή как на (ново)греческом будет слово производство вина? — οινοπαραγωγή как с (ново)греческого переводится слово οινοπαραγωγή? — виноделие, производство вина — τσέτουλα — γιγνώσκομαι — εξηντάχρονος — μπακράτσι — ατσαλολαμαρίνα — γλυκασμένη — δασκαλίκι — αργυρόπαγος — απαρουσίαστος — ανθώνας — χιλιαναθεματισμένος — περιβεβλημένος — βακτηριολογικός — αξεκαθάριστος — επισωρεύω — πλουτοφόρος — αρχαιογνώστης — επιβραχυντικός — τυλοφθόρος — ψυχογραφία — φακίρισσα |
|||