Новогреческий словарь
εξέπεσα
εξέπεσα
αοр. от εκπίπτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξέπεσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεριά
—
Ανθή
—
αποκορυφώνω
—
σπονδυλωτά
—
μαλαγάν
—
πρωτομαγιάτικα
—
πολωσιοσκόπιο
—
βλίτα
—
φορεσιά
—
καζάνεμα
—
εξωκομματικός
—
αλυπία
—
φιλοπρόοδος
—
πεφυσιωμένος
—
ανακουνιέμαι
—
μεθυσιό
—
αχυροκοπτικός
—
προξενεύω
—
ξεφέγγει
—
κατασπάζω
—
Αμαζών
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве