|
ο знаток, специалист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово знаток? — γνωριστής как на (ново)греческом будет слово специалист? — γνωριστής как с (ново)греческого переводится слово γνωριστής? — знаток, специалист — κατασχετός — αλλαντίοση — πιτσιλώ — στιγματίζω — απόστρατος — επανορθωτικός — ήλιον — χριστής — αδιαφορώ — ανοπτώ — γρατσουνίζομαι — αμπαλλάζ — αγωγιάζω — επίζωον — ανασφάλεια — διαβόητος — ανεξαρτησία — ξενίζω — βουβάσου — αναλάμπω — βαλλιστίτις |
|||