|
спящий сладким сном #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спящий сладким сном? — γλυκοκοιμισμένος как с (ново)греческого переводится слово γλυκοκοιμισμένος? — спящий сладким сном — πλατυτέρα — ξεμωραμένος — εγγάστρωμα — μοδίστρα — συμμορφώνομαι — δοκιμιογράφος — βηματάκι — δεκαπενταυγουστιάτικος — συντοπίτης — αμφιετής — ορθοδοντικός — εσένα — Ουρανός — γευστικός — μαράζι — επτάωρο — ναστός — συμφοιτήτρια — χόρευμα — Μαυρογιώργος — ευθυκρισία |
|||