|
относяншйся к выводу, к заключению; ~ σύνδεσμος — грам. союз следствия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово относяншйся к выводу? — συμπερασματικός как на (ново)греческом будет слово к заключению? — συμπερασματικός как с (ново)греческого переводится слово συμπερασματικός? — относяншйся к выводу, к заключению — δίφυλλος — αυθυπνωτιομός — αρωματικό — ευκολογύριστος — φυτογή — άτολμος — λεμονάδα — βαφιάς — ικανοποιητικά — ακαλπονόθευτος — αντίποινα — εξερεθιστικός — πιτσούνα — τσουράπω — εκμηχανίζω — τριολέτο — καλπασμός — επισμηναγός — ρογί — πλέκω — καθηκοντολογία |
|||