λιγόυπνος

формы словаβ
λιγόυπνος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово λιγόυπνος? —


εβραίοςνεώτερακεκορεσμένοςδέσμηβαθυκόκκινοιερωσύνηάστυφοςραιβόπουςατμολουτήρδιακεκριμένωςρεκλαματζήςβοστρυχοειδήςφλυκταινώδηςαπαστράπτωνήρεμαβατραχάνθρωποςρυγχοειδήςεμπαιγμόςαχυροκοπτικόςακρόδετοςκάτοικας




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit