|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παφλασμός? — — νεραϊδόγνεμα — χρηματοδοσία — χρηματιστικός — οπερατέρ — θερμοηλεκτροπαραγωγικός — επούλωση — μονόχορδος — παραπονιέμαι — διατείνομαι — ασβεστάς — διάρθρωση — ακροαματικότητα — νεωλκείον — εμβάς — μέλλοντας — ακαλόπιαστος — περίτρομος — ευνουχία — διθυραμβικός — μυρσίνη — διαχωρισμός |
|||