|
η застёжка, пряжка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово застёжка? — πόρπη как на (ново)греческом будет слово пряжка? — πόρπη как с (ново)греческого переводится слово πόρπη? — застёжка, пряжка — συναχώνομαι — ζαίνω — αλόη — μπουζού — καλλιεργημένος — πρόσκληση — χριστουγεννιάτικος — γυναικωνίτης — αποκουρεύω — υαλώδης — ανθός — μεζεκλής — νοσοκομειακός — περιτείχιση — κλούβιος — ληστοκρατία — πληθυσμογράφος — αλκοολικός — φιλοπεριέργεια — ελμινθοειδής — χηρευάμενη |
|||