|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παλιάμαξα? — — ξεσυννεφιάζω — ανανεωτικός — μελανηφορώ — αγουροσύνη — αγιοκέρι — αυτοσχεδιασμός — γκάιντα — έκπληκτος — προύχοντας — αξιάδα — σκεπτικισμός — αναδιόρθωση — παράξενος — φρουμάζω — κοχλιακός — αναχωμάτωση — οδογέφυρα — χαλκούχος — χαϊδεμένος — κακοτυχίζω — ψυχομετρικά |
|||