|
, γ 1) гамма (третья буква греческого алфавита); 2) знак числа: γ' = — три и третий; ,γ= — 3000 и трёхтысячный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гамма? — Γ как с (ново)греческого переводится слово Γ? — гамма — ετεροθαλής — γλωσσολογία — νιούτσικος — εμμηνοοπαυσία — γιασεμόλαδο — ρεπό — θερσιτικός — πορνόσπιτο — δυσπρόφερτος — ψιμυθιώνω — αραδιάζω — φιλαρέσκεια — ατουφέκιστος — καταποντίζω — ρητορικότης — διάφωτος — διαφώσκω — οδοντοϊατρικός — αλλαξοθωριάζω — αυτοπειθαρχία — αυτοκατοπτρίζομαι |
|||