|
ο торговец жареным горохом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торговец жареным горохом? — στραγαλατζής как с (ново)греческого переводится слово στραγαλατζής? — торговец жареным горохом — σπαρτό — Μογγολία — φιλοξενία — εξουθενίζω — αναγκαστικώς — αριοφρύδα — σωματικός — αξαντος — κακόφωνος — βαγιόκλαδο — σμηνουργία — επιδιαιτητικός — ανέσπερος — αχυρύ — αναμόρφωση — υδροχρωματιστής — ενδιατρίβω — αδελφή — Αμερικανίδα — τιτλούχος — καθόλου |
|||