|
эмалированный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эмалированный? — εμαγιέ как с (ново)греческого переводится слово εμαγιέ? — эмалированный — φωνηματικός — βιολί — υπόσκιος — βρόμι — σελάχι — καλοκαγαθία — ιμπεριαλιστικός — αποπεραίνω — βαγαπόντικο — ονομαστικός — αποκτείνω — χαλβαδόπιττα — στρεπτόκοκκος — ταχυμετρία — θερμοπληξία — σαράφικο — επικαιρότητα — καπαρώνω — αψήφιστος — σωφρονιστήρας — αντικατόπτρισμα |
|||