|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ευεπιφόρως? — — κανελλής — ανυπόμονος — νταβαντούρι — μαθουσάλας — ερπυστριοφόρος — εκμαίνομαι — σταγόνα — παράχρηση — πείρα — μελανία — κακόφερτος — ψευδόστομα — αγαπητικός — απαντοχή — στάγμα — νάγια — καταφατικώς — απρόθεσμος — υπεραφθονώ — ορόσημο — πνευμονορραγία |
|||