|
το каракуль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово каракуль? — αστρακάν как с (ново)греческого переводится слово αστρακάν? — каракуль — απολυτήριο — γελαντζή-ντολμάς — ακριβολογώ — ιμπρεσσιονίστρια — αμειψισπορία — σπληνάντερο — κολοκυθοκεφτές — σπάσιμο — μυλωθρίς — τυμπανοκρούστης — βρακάτος — γέλοιο — Φεβρουάριος — μπαχτσεβάνος — αχνούδιαστος — σουμπλιμές — περίπτυξη — σαρδελλοβάρελο — φημίζω — μαστιγώνω — καταδίωξη |
|||