|
ο лудильщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лудильщик? — γανωτζής как с (ново)греческого переводится слово γανωτζής? — лудильщик — ετερόκλιτος — αεροστεγώς — φρούραρχος — γογγυσμός — αμετάθετο — εκπορίζομαι — σαρκοφαγία — λουλάκι — αρήμαχτος — αδιαφανής — κακοχωνεύω — ανυποληψία — αναχαίτιση — φτειαστικά — κομπανιαμέντο — μπότι — ελεφαντίνη — μεσπιλιά — μελιτοφόρος — ανατολή — παρεμπιπτόντως |
|||