|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βαθυσκαφής? — — εκδικάζω — γροθοκοπιέμαι — μεσοφόρι — αχρηστεύω — ακρόβουνο — αυτόκλειστο — εξακοσιοστός — εκμεταλλευτικός — μεθεόρτια — ανακατεψιάρης — ρεκασμός — δίπτυχο — εκπεταννύω — αρμοστής — μικροβιομετρία — σκορδοφαγία — ονομαστεί — σαινσιμονισμός — αξιολύπητος — κρυσταλλώσιμος — ποικιλία |
|||