|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πελεκημένος? — — δερματολογία — εβδομάς — διονυχίζω — βόθριον — φιλαλήθεια — ηπατεκτομή — διεκδικώ — εχθές — ξεφούρνισμα — ανθρακιά — ίδια — διαδήλωση — μαγματικός — ρεπουμπλικάνος — πρίμο — αποβιταμινωμένος — αδερφομοιράδι — συχνουρία — καθωσπρεπισμός — σπέρμα — θήκη |
|||