|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασύχναστα? — — συνδαυλισμός — εκφαυλίζω — αλευρώδης — εξομολογητής — ξεγυμνώνω — νεανθής — απεριστρόφως — επισκότιση — τονώνω — αστεφάνωτος — αρματωσιά — κοκάρδα — ασπρόκωλος — δωροδότης — παραμέρισμα — ομοψυχία — οψιμότης — αγαλακτία — ξεκουμπίδια! — παρασκεύαση — ανθελιγμός |
|||