|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαιμόπονος? — — μωρούδισμα — ανέρχομαι — τσιγαροθήκη — λάξευμα — επισωρευτικός — τσόλι — τύρφη — τριγωνίζω — βλήμα — σκλώπα — γοργοπορω — επικριτής — λοφωτός — συσπειρώνω — τελεσιουργός — μυλωθρίς — ταπώνω — εισιτήριο — κρυώνω — αριεύω — δακτυλιαίος |
|||