Новогреческий словарь
μύξα
μύξα
η
сопля
;
τρέχουν οι ~ες του — [phrase]у него текут сопли[/phrase]
;
βγάζω τή ~ μου — высморкаться
;
===
σάλια ~ες — чушь, ересь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сопля
? —
μύξα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μύξα
? — сопля
#
(ново)греческий словарь
—
εμψυχώτρια
—
συνεργώ
—
θεραπεύω
—
οργοτόμος
—
αυγουλωτός
—
απαλλοτριώνω
—
ευψυχία
—
σφύξη
—
μυλαύλακο
—
δυϊστικός
—
μισακάρης
—
αναλυώνω
—
αρτοποιός
—
ψυχόδραμα
—
πρόσθεμα
—
κοινολογημένος
—
διαισθάνομαι
—
μεσάλα
—
στραβοπατώ
—
ακόπιαστος
—
εξαλλαγή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω