|
το тюбетейка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тюбетейка? — πόσι как с (ново)греческого переводится слово πόσι? — тюбетейка — αποτέμνω — όμοια — ομόφυλος — ουρολοίμωξη — αφόρητος — πορφυρογέννητος — απόκουφος — παραφύλαγμα — πιλότος — ναρκομανής — αλπαγάς — νοσφιστής — πεσσιμίστρια — ενδεκάγωνος — αγαπημένα — πρόσοψη — οψές — βληχή — ψευτιά — πολικότητα — ρικνούμαι |
|||