|
το жилет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жилет? — γιανελί как с (ново)греческого переводится слово γιανελί? — жилет — πρωτοδικείο — κάλαθος — λειοσηρικόν — αδιαιρετότης — ακροαματικός — εγγύς — κοσμοπολιτεία — λήμμα — μετάταξη — υπέργειος — αξιολάτρευτος — εξοχάδα — αεροδείκτης — ανάρπαστος — γαστρονομία — αγκύλη — αμφιβιακός — συγκληρονομώ — αερομαχία — γονδολιέρης — διασφηνούμαι |
|||