|
το мед. дистоматоз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дистоматоз? — αβδέλλιασμα как с (ново)греческого переводится слово αβδέλλιασμα? — дистоматоз — λαθροϋλοτόμος — αρχαιοσολία — θειαφόφεγγος — σεισμομετρικός — πάγουρας — ξημερώνομαι — κωλοσφούγγι — ντοματοπελτές — επιγραμματικός — εδικός — τετραπύρηνος — αντίδι — φαρμάκι — βυζάχτρα — αγόγγυστα — αντισταθμιστής — παραπεμπτικός — καταδότης — προσπέλαση — τσαπατσούλικα — σκουλί |
|||