Новогреческий словарь
ποταμόκολπος
ποταμόκολπ|ος
ο
залив
(в устье реки)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
залив
? —
ποταμόκολπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποταμόκολπος
? — залив
#
(ново)греческий словарь
—
κοσμοπολίτικος
—
ιστιοσανίδα
—
ραγισμένος
—
τζαμωτός
—
εύοσμος
—
Μαροκινή
—
αφουγκριέμαι
—
ελεφαντοστό
—
τριανδρία
—
ανταπόκριση
—
καλοκαμωμένος
—
χαμοκέρασο
—
Τυροφάγος
—
δάμαση
—
τραχειοβρογχίτιδα
—
ιονιστής
—
γυφτοφάσουλο
—
λευκορωσικός
—
επίκλειθρον
—
ωοπαραγωγνκότητα
—
χαρουπόψωμο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве