|
ο залив (в устье реки) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово залив? — ποταμόκολπος как с (ново)греческого переводится слово ποταμόκολπος? — залив — αλαφράγκα — εκκεντρικός — ντοματίτσα — λεξικογραφώ — υφαιρώ — ελκτικός — αφηγητής — λιπαντής — οπισθενέργεια — αποπνιγμός — μπετονόπροκα — σουρομαδιούμαι — σιχαμένος — αρτιότητα — ακριβοπληρώνω — ιμπρεσάριος — εξατάξιος — ηθοπλαστικός — παλιόβουρτσα — αρριβάρω — διεκθλίπτης |
|||