|
кристаллизующий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кристаллизующий? — κρυσταλλογόνος как с (ново)греческого переводится слово κρυσταλλογόνος? — кристаллизующий — ογκωνούμαι — διαγωνίζομαι — δίχρονος — νοστιμιά — ατζαμοσύνη — δαμαλιδικός — αναστυλώνω — συνυπολογίζω — καφεπώλισσα — λεμφοκύτταρον — γλύκα — ομματοϋάλια — αργός — καταπιστευματοδόχος — επιγράφω — εξιλαστήριος — καλαμποκιά — γναθοχειρουργός — στροφόμετρο — όψιος — άσπιτος |
|||