Новогреческий словарь
ειωθ|ός
ειωθ|ός
(-ότος) τό :
κατά τά ~ότα — как обычно; как принято
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ειωθ|ός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αρκουδοτόμαρο
—
χρυσοποικιλτική
—
αναγεννημένος
—
μπορεσάμενος
—
φωτερός
—
φαρσί
—
προβλέψιμος
—
ασφάλεια
—
βρυσούλα
—
φωνομετρία
—
ανυπόθηκος
—
χολοστεαρόλη
—
γυφτιάζω
—
αργυρόχρυσος
—
μεροφάγι
—
αλήτικος
—
τριήραρχος
—
κουμπανία
—
ίσαμε
—
κιθαρίστα
—
Ρουμάνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве