|
(-ότος) τό : κατά τά ~ότα — как обычно; как принято #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ειωθ|ός? — — αμυγδαλές — αρχιθησαυροφύλακας — λαχανοφάγος — ξανοιχτός — γεωτρύπανο — προξενητής — διαφορετικός — ολόρθος — ασυντόμευτος — κατακόβομαι — αρχείο — μαραγκός — δράγα — ανάρρηση — ποδηλασία — έμπλεος — σπιρουνιά — διορθώσεις — ενδεκάδα — μοσκομυρίζω — ανατεταμένος |
|||