|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τηλεμέτρηση? — — εργοδοτώ — θρέμμα — πολυγαμικός — βιταμίνη — μπερδεψοδουλειά — συσσίτιο — περιμαζεύομαι — πειράζομαι — άχνα — τυρόσουπα — αγκωνιαστά — καταδαμάζω — προαίρεση — κτηριακός — συμπαραστατώ — μοναξιά — χηνάρης — δισεκατομμυριούχος — επιόν — ξετίναγμα — ατομικιστής |
|||