|
η одышка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово одышка? — κοντανάσα как с (ново)греческого переводится слово κοντανάσα? — одышка — θεοκτονία — απολησμονώ — ουροποιητικός — κομπλιμεντόζος — τηράζω — ωκεανοπλοΐα — προώθηση — αρράντιστος — βιολιτζού — ανακορώνω — ουρανός — δίπλευρος — εγχελύδιον — χιονομάζα — ντεκρετσέντο — αυτοκολακευόμενος — εγχαράσσω — κεκανονισμένα — φλαμανδικός — υπαρξιστικός — αρρεναγωγείο |
|||