|
месячный, ежемесячный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово месячный? — μηνιάτικος как на (ново)греческом будет слово ежемесячный? — μηνιάτικος как с (ново)греческого переводится слово μηνιάτικος? — месячный, ежемесячный — λοξοτέμνω — φαρμακολογία — φιτίλι — ραχοκοκαλιά — περιπλοκή — μπουλούκος — άφτιαγος — θαμπουλίζω — ουροδόχη — πλεγματικός — ανταμώνω — απραγματοποίητον — εκπνευση — ημερονύκτιος — λευκαντικό — πατσαβούρι — άγιασμα — αρχιτεκτόνημα — χυδαιοποιώ — άστυ — αναφούφουλος |
|||