|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μινιμαλιστικός? — — μετάξι — εφεσίβλητος — παγίδευσις — εκατοστάρα — οδηγήτρια — ζαμπίτης — μπενζίνα — ντροπή — μικρόν — στροβιλισμός — στρούμπος — αρτηρίτις — αφιλοδώρητος — επίκρουση — μέτρια — ακατέργαστος — φριμαγμός — υπεραισθητός — σίγμα — μειοδοσία — λουλουδάτος |
|||