|
неудобренный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неудобренный? — αλίπαστος как с (ново)греческого переводится слово αλίπαστος? — неудобренный — πανιερότης — μουσουλίνα — πιστοδότης — ερμηνεύς — παλαβομάρα — μάχιμος — χουχούλιασμα — τολμητίας — ειλημμένος — στιγματισμός — καφεμαντεία — ματαρχινώ — επιπροσθώ — ξενοπλύνω — ροζιάρης — ταξιδιώτης — μαγνητοχημεία — ξεπεταρόνι — ενδοκρινής — ανιχνεύτρια — παιδολόγι |
|||