|
η 1) богатая крестьянка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово богатая крестьянка? — αρχοντοχωριάτισσα как с (ново)греческого переводится слово αρχοντοχωριάτισσα? — богатая крестьянка — παραδειγματίζομαι — μυριοστός — επιτηρητικός — σημαδεύομαι — περιπαικτικός — κλωβός — γέλοιο — αντιδικώ — πληκτικότητα — κασόνιασμα — ρυμουλκός — ιπποδρομικός — τόν — ανδρούμαι — δακρύζω — μαυροφορώ — ντελίριο — θαυμαστικός — ατρατάριστος — θριαμβικός — φυγόκεντρος |
|||