|
το бутылка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бутылка? — μπουκάλι как с (ново)греческого переводится слово μπουκάλι? — бутылка — μυστηριακός — ομοφυής — λαθύρι — πτέρις — φυσικοχημεία — προθέτω — τιμωρούμαι — θυσιαστήριο — Νοέμβρης — δοσμένος — ρουκέττα — καλημέρα — δενδρόεις — πείνα — δημοσιολογία — συμφέρων — ταλαιπωρημένος — γιάγμα — επισπεύδομαι — Αμαζόνα — λάβρακος |
|||