Новогреческий словарь
χειροκροτητής
χειροκροτητής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
χειροκροτητής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
νταβανώνω
—
συσχετικός
—
αγαθιάρης
—
κατάβρεξη
—
έγκλειση
—
οπισθογράφος
—
καταπέφτω
—
μηχανουργός
—
καταπληκτικά
—
σούρτης
—
κυτταρόπλασμα
—
ατμοκλίβανος
—
πραϋντικός
—
δυσαπόκτητος
—
φιγουράρω
—
αυταπατώμαι
—
κατευνασμός
—
γυμνώς
—
εκτητικός
—
γυναικοφοβία
—
αντικατοπτρίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,