|
английский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово английский? — ιγγλέζικος как с (ново)греческого переводится слово ιγγλέζικος? — английский — ωκυποδία — απομωραίνομαι — γράμπα — κορυκεύω — δευτεροπαθής — αιμοδιψία — επιζήτητος — συγκεκριμενοποίηση — στηθοκοπιέμαι — αμετάβατος — σταχώνω — διάσπαση — χρωματοφόρος — αριοφυτεύω — κελαρυσμός — ανακεφαλαίωση — δούγα — ξέσμα — αποδέχομαι — στιλπνός — λενινιστής |
|||