|
τα мед. бронхит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бронхит? — βροχικά как с (ново)греческого переводится слово βροχικά? — бронхит — αυτοκολασμός — βιβλιοχαρτοπώλισσα — σέρτισσα — κομματιαστά — γαλακτόζη — αγκαθότοπος — ησυχασμένος — ουρανόσταλτος — κοκέτικος — ιλαρός — γραμματοσυλλέκτρια — παραμονή — σταλτικός — μαλακτήρας — κυβερνησιμότητα — βεργούλα — ξάλεσμα — επαναδραστηριοποιώ — συγκεντρώνομαι — λωβός — ανθρωπολατρεία |
|||