παγοποιητικός

формы словаβ
παγοποιητικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово παγοποιητικός? —


χηλήανυπεύθυνοςαδάγκαστοςγιγνώσκομαιεννεάςαντιθέτωμανικιούρξεχασμένοςνανουρίζομαιξεσυνερισιάπινάκιοχαζογκόμεναφυματιολογικόςίσωςαπαραχάρακτοςαμεταφόρτωτοςκατραπακιάτροφοδότηςαμφισβητήσιμοςκλάκααμόλευτος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit