|
ο политехнизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово политехнизм? — πολυτεχνισμός как с (ново)греческого переводится слово πολυτεχνισμός? — политехнизм — γροίκηση — μελανόμαυρος — κατσάρωμα — μαγουλάδα — κατσικοκλέφτρα — καμηλάτης — ανομοιωτικός — τσιγγάνος — αποδαυλιάζω — παιχνιδιάρικος — καλτσοβελόνα — αντανάκλαση — τρελοκατάσταση — αχόρευτος — ενδύομαι — κλισιοσκόπιο — λοφίσκος — αναγεννήτρια — νυμφών — διάφορο — μπούκωμα |
|||